.

Με μια σφαίρα καρφωμένη ανάμεσα στα μάτια: Ο πιο αξιόλογος επιζών του Αμερικάνικου Εμφυλίου

 

 

Υπάρχουν πολλές απίστευτες πολεμικές ιστορίες επιβίωσης που αψηφούν κάθε λογική. Η επιβίωση του Jacob Miller ήταν τίποτα λιγότερο από αληθινό θαύμα.

Ο Miller, υπηρέτησε στην στο 9ο σύνταγμα πεζικού της Indiana κατά τη διάρκεια του Αμερικάνικου Εμφυλίου Πολέμου.

 

Σε μια από τις πολυάριθμες μάχες του, χτυπήθηκε κατευθείαν στο μέτωπο από μια σφαίρα, η οποία τρύπησε το δέρμα του και διαπερνόντας το κρανίο μπήκε στον εγκέφαλό του, επιτρέποντας στους γιατρούς να μπορούν να δουν τους παλμούς του εγκεφάλου του.

Η πληγή δεν επουλώθηκε ποτέ.

Ο Miller μετέφερε την ιστορία του και τις προσωπικές του εμπειρίες σε μια συνέντευξη που έδωσε σε μια εφημερίδα Joliet του Illinois το 1911.

Ο Jacob Miller κατατάχθηκε το 1861.

 

Στις 19 Σεπτεμβρίου 1863, κατά τη διάρκεια της μάχης στη πολιορκία Chickamauga, μια σφαίρα από μουσκέτο τον χτύπησε ανάμεσα στα μάτια, έπεσε προς τα πίσω και αφέθηκε νεκρός στο πεδίο της μάχης.

Θυμήθηκε ξεκάθαρα ότι ένας λοχαγός είπε: «Δεν ωφελεί να απομακρύνεις τον καημένο τον Miller, γιατί είναι νεκρός».

«Επιτέλους, συνήρθα και σηκώθηκα σε καθιστή θέση. Τότε άρχισα να νιώθω την πληγή μου», θυμάται ο Miller. «Βρήκα το αριστερό μου μάτι έξω από τη θέση του και προσπάθησα να το επαναφέρω, αλλά έπρεπε να μετακινήσω το θρυμματισμένο οστό πίσω όσο πιο κοντά μπορούσα πρώτα. Μετά έβαλα το μάτι στη σωστή του θέση. Έπειτα έδεσα το μάτι όσο καλύτερα μπορούσα με την μπαντάνα μου».

 

 

Το άλλο μάτι του ήταν τόσο πρησμένο που δεν έβλεπε τίποτα.

Αν και τυφλωμένος, σύρθηκε στο πεδίο της μάχης πάνω από τους νεκρούς και πήρε το δρόμο του για το στρατιωτικό νοσοκομείο.

Φοβούμενος μην αιχμαλωτιστεί από τους Ομοσπονδιακούς, ξεκίνησε ένα ταξίδι 25 χιλιομέτρων για την Chattanooga.

Μπορούσε να δει μόνο λίγα μέτρα μπροστά του κρατώντας ανοιχτά τα βλέφαρα του πρησμένου ματιού.

Λιποθύμησε στην άκρη του δρόμου όπου και τον βρήκε ένας έφιππος που τον μετέφερε στην Chattanooga όπου τελικά έλυσαν τις πληγές του.

 

Με αφόρητους πόνους, ο Miller παρακαλούσε κάθε γιατρό που έβλεπε να του αφαιρέσει τη σφαίρα.

Οι χειρουργοί ήταν σίγουροι ότι θα πέθαινε αν αφαιρούνταν η σφαίρα, έτσι την άφησαν στη θέση της και αποφασίσθηκε να επιστρέψει στο σπίτι του.

 

Στη γενέτειρά του το Logansport, οι γιατροί Graham Fitch και Henry Coleman αφαίρεσαν με επιτυχία περίπου το ένα τρίτο της σφαίρας. «Δεκαεπτά χρόνια αφότου τραυματίστηκα, έπεσε από το τραύμα μου η σφαίρα και τριάντα ένα χρόνια αργότερα βγήκαν άλλα δύο κομμάτια μολύβδου», είπε ο Miller.

Είχε αναφερθεί νεκρός από τον λοχαγό του και το όνομά του ήταν τυπωμένο στις εφημερίδες μεταξύ των νεκρών.

 

Δύο μήνες αργότερα, οι φίλοι και η οικογένεια έλαβαν το μήνυμα ότι ήταν ζωντανός.

Έλαβε σύνταξη από την κυβέρνηση και δεν μπορούσε να εργαστεί λόγω της πληγής του. Παντρεύτηκε και απέκτησε έναν γιο.

Ο Miller υπέφερε συνεχώς από πόνους και κρίσεις τρέλας και συχνά περιπλανιόταν άσκοπα. Ενώ δεν μπορούσε να θυμηθεί ονόματα, θυμόταν έντονα τις λεπτομέρειες του πώς τραυματίστηκε και την επακόλουθη απόδρασή του.

 

«Κάποιοι μπορεί να ρωτήσουν πώς μπορώ να περιγράψω τόσο λεπτομερώς τον τραυματισμό μου και την αποχώρησή μου από το πεδίο της μάχης μετά από τόσα χρόνια. Η απάντησή μου είναι ότι έχω μια καθημερινή υπενθύμισή από την πληγή μου και συνεχή πόνο στο κεφάλι. Όλη η σκηνή είναι αποτυπωμένη στον μυαλό μου σαν χαρακιά σε χάλυβα».

Ο Jacob Miller πέθανε στις 13 Ιανουαρίου 1917, σε ηλικία 88 ετών.